Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2012

Όταν έκλαψε ο Νίτσε, του Ίρβιν Γιάλομ Η παράσταση

Η ψυχοθεραπεία κερδίζει όλο και περισσότερο μια θέση στα σενάρια ταινιών ή θεατρικών έργων, με μεγάλη αποδοχή απο το κοινό.
Αυτό ίσως είναι ενδεικτικό για την ανάγκη που έχουν -περισσότερο σήμερα- οι άνθρωποι, να βάλουν τον εαυτό τους στο κέντρο και να αντλήσουν δύναμη και ελπίδα απο τις δικές τους δυνάμεις.
Όταν γύρω όλα αλλάζουν ραγδαία, η πιο σταθερή ανάφορά μπορεί να γίνει ο εαυτός μας.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, που το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του κοινού της Αθήνας φέτος, έχει συγκεντρώσει η μεταφορά του μυθιστορήματος του Ίρβιν Γιάλομ "Όταν έκλαψε ο Νίτσε" στο θεατρικό σανίδι.
Παραθέτουμε την συνέντευξη των πρωταγωνιστών απο το Αθηνόραμα:

«Συνεργασία αμοιβαίας εμπιστοσύνης»

Το μπεστ σέλερ «Όταν έκλαψε ο Νίτσε» του Ίρβιν Γιάλομ μεταφέρεται στη σκηνή, σε μια πρωτότυπη παράσταση, από τους καταξιωμένους σκηνοθέτες/ηθοποιούς Ακύλα Καραζήση και Νίκο Χατζόπουλο.













Μεγάλο στοίχημα για τον Ακύλα Καραζήση και τον Νίκο Χατζόπουλο να ανεβάσουν σε παγκόσμια πρώτη το μυθιστόρημα του διάσημου ψυχοθεραπευτή και δημοφιλέστατου συγγραφέα Ίρβιν Γιάλομ।Τι τους ώθησε σε αυτήν την απόφαση; Όπως μας είπαν οι ίδιοι: «Σε μια εποχή κατά την οποία διακυβεύεται η ίδια η κοινωνική μας υπόσταση, απαντούμε με ιστορίες οι οποίες ανατρέχουν στα βασικά στοιχεία που μας ενώνουν ως ανθρώπους। Με μια δουλειά που ξεκινά από μια συνεργασία αμοιβαίας εμπιστοσύνης, σε ένα έργο που εξυμνεί την αξία αυτής της εμπιστοσύνης και σε μια παράσταση που ζητά, βεβαίως, την εμπιστοσύνη του θεατή»।Στο έργο ο ψυχαναλυτής Γιόζεφ Μπρόιερ (Ακύλας Καραζήσης) συναντά τον φιλόσοφο Φρίντριχ Νίτσε κι επιχειρεί να τον βγάλει από την αυτοκαταστροφική κατάθλιψη। Επί σκηνής ξετυλίγεται η ανθρώπινη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον θεραπευτή και στον θεραπευόμενο।Το φανταστικό γεγονός της συνάντησης των δύο αντρών με παρατηρητή τον νεαρό τότε Φρόιντ (Χάρης Φραγκούλης) προκάλεσε τρομερό ενδιαφέρον στο ελληνικό κοινό πριν από δέκα χρόνια, όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο του Γιάλομ।«Πρόσωπα γνωστά, που άφησαν το στίγμα τους στην παγκόσμια Ιστορία, σε μια υποθετική συνάντηση την οποία ο Γιάλομ μετατρέπει σε συναρπαστική αφήγηση। Στη σκηνή όμως; Τι μεταφέρει κάποιος από ένα “ευπώλητο” μυθιστόρημα που ξεδιπλώνει έναν ολόκληρο κόσμο και μια εποχή κατά την οποία πρωτοξεκίνησαν πράγματα που σήμερα θεωρούμε δεδομένα, όπως η ψυχανάλυση και η ψυχοθεραπεία;» αναρωτιούνται οι δύο σκηνοθέτες-συμπρωταγωνιστές. Και απαντούν: «Ακριβώς αυτό που εντυπώνεται βαθιά στον αναγνώστη, τον ανθρώπινο πυρήνα της Ιστορίας. Την εξέλιξη μιας σχέσης ανάμεσα σε δύο άντρες, οι οποίοι ξεκινούν θωρακισμένοι με την πανοπλία του εγωισμού και της αυτοπεποίθησης και, αφού ξεφλουδίσουν ένα ένα τα στρώματα της περηφάνιας και της άγνοιάς τους, φτάνουν στη θεραπευτική ανακούφιση που χαρίζουν η πραγματική ανθρώπινη επαφή και η εμπιστοσύνη. Όμως δεν μένει εκτός σκηνής και όλος ο υπόλοιπος πλούτος του μυθιστορήματος. Γιατί οι τρεις ερμηνευτές των βασικών ρόλων, και ταυτόχρονα αφηγητές της ιστορίας, ζωντανεύουν αυτόν τον κόσμο υποβάλλοντας στον θεατή πρόσωπα, χώρους και καταστάσεις».

















Όταν έκλαψε ο Νίτσε, του Ίρβιν Γιάλομη πάρασταση

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Η θλίψη των Χριστουγέννων… αλλιώς!

Της Θένης Αξιοτοπούλου

Οι μέρες των Χριστουγέννων για πολλούς είναι συνδυασμένες με την χαρά, την ανεμελιά, την οικογένεια, τα δώρα και την διασκέδαση. Δεν είναι λίγοι όμως όσοι μιλούν για την μελαγχολία των Χριστουγέννων και ακόμη περισσότεροι είναι όσοι προτείνουν τρόπους για να την αποφύγετε ή να την καταπολεμήσετε.

Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια ιδιότυπη… δικτατορία ευχάριστων συναισθημάτων.


Γιατί όμως; Γιατί δεν επιτρέπεται να είμαστε θλιμμένοι τα Χριστούγεννα;


Σαφέστατα είναι ένα θέμα που θα μπορούσαμε να το δούμε μέσα από την κοινωνική του διάσταση, μιας και ένας θλιμμένος δεν μπορεί να είναι καταναλωτής και φυσικά ένας καταναλωτής δεν μπορεί να είναι θλιμμένος.


Εδώ όμως θα προτείνουμε τρόπους όχι για να αποφύγουμε την θλίψη, αλλά για να την χρησιμοποιήσουμε.
Είναι πολύ πιθανό κάποιος να μην μπορεί να χαρεί τις γιορτές, γιατί αυτήν την περίοδο υπογραμμίζονται και βγαίνουν στην επιφάνεια δυσκολίες που υπάρχουν όλη την χρονιά.
Είναι μια περίοδος που βγαίνουμε από την ρουτίνα μας, που συχνά αποτελεί έναν τρόπο να αποφεύγουμε τις πιο βαθιές μας ανάγκες. Επιπλέον, βρισκόμαστε με την οικογένεια μας, πεδίο που για πολλούς είναι πηγή αγχογόνων συναισθημάτων, αν μάλιστα το γιορτινό κλίμα δεν…βγαίνει, τα πράγματα δυσκολεύουν. Τέλος, επειδή είναι μια περίοδος που μας καλεί να βάλουμε τα καλά μας, είναι πιθανό να έρθουμε σε επαφή με τις ελλείψεις μας, σε συναισθήματα, σχέσεις, στόχους, αλλά και υλικά αγαθά.


Αν λοιπόν ο σεισμός των Χριστουγέννων φέρει στην επιφάνεια θλίψη αντί για χαρά και ανεμελιά, είναι πιθανόν να σας αποκαλύπτει αυτό που όλη την υπόλοιπη χρονιά βρίσκεται καλά κρυμμένο. Είναι πολύ σημαντικό να μην ψάξουμε για ένα συρτάρι που θα το ξανακρύψουμε μέχρι το επόμενο ρεβεγιόν, αλλά να το αξιοποιήσουμε.
Ίσως αυτό να είναι το χριστουγεννιάτικο δώρο που μας κάνει ο εαυτός μας. Ένας τρόπος να μας δείξει τι μας δυσκολεύει, τι έχουμε ανάγκη και τι επιθυμούμε για να ζούμε καλύτερα.
Αν δεν απειληθούμε από την θλίψη και προσπαθήσουμε να την αποκρυπτογραφήσουμε, θα πάρουμε πολύ σημαντικές πληροφορίες για τον εαυτό μας, που μπορούν να μας οδηγήσουν στην χαρά.


Εξάλλου, η χαρά (όπως και όλα τα συναισθήματα) δεν έρχεται απ ΄ έξω, δημιουργείται από εμάς. Αν λοιπόν ο εαυτός μας δεν παρασύρεται από τα λαμπιόνια της γιορτής… κάτι ξέρει!Το θέμα δεν είναι να κλείσουμε τα αυτιά μας σε αυτά που μας λέει, αλλά να προσπαθήσουμε να ακούσουμε καθαρά
. Γιατί είπαμε… αυτός ξέρει!

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

Εγώ κι εσύ … και οι άλλοι

Στο καινούργιο βιβλίο του Γιώργου Κίσσα

11 Έλληνες ψυχοθεραπευτές ξετυλίγουν
το κουβάρι των οικογενειακών σχέσεων

Στην εποχή μας, η έννοια του ψυχολογικού ανθρώπου
κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος. Το βιβλίο αυτό είναι
μία συλλογή συνομιλιών του ψυχολόγου – ψυχοθεραπευτή
Γιώργου Κίσσα με 11 επιφανείς Έλληνες ψυχοθεραπευτές .
Σκοπός του είναι ο προβληματισμός που αναπτύχθηκε
στις συζητήσεις με τους ειδικούς, να αποτελέσει όχι μόνο
σημαντική πληροφορία για τη ζωή, αλλά κυρίως αφορμή για
περαιτέρω σκέψη σε καίρια θέματα που απασχολούν τους
αναγνώστες.
Λαμβάνοντας υπόψη τον κύκλο της ζωής του ατόμου τα
θέματα που τίθενται και αναλύονται αφορούν στον άνδρα και
την γυναίκα ως ενήλικες στην σημερινή εποχή, καθώς
αναζητούν συντρόφους και δημιουργούν ανθεκτικές σχέσεις
στο πέρασμα του χρόνου, ερωτήματα που πραγματεύονται
τον γονεϊκό ρόλο του ζευγαριού γενικά αλλά και ειδικά του
πατέρα και της μητέρας, αλλά και τα πρώτα καθοριστικά
χρόνια στη ζωή ενός παιδιού.
Με τον Γιώργο Κίσσα συζητούν: Χάρις Κατάκη, Ματθαίος
Γιωσαφάτ, π. Βασίλειος Θερμός, Ελένη Καραγιάννη, Τρύφων
Ζαχαριάδης, Φιφή Βερβελίδου, Κυριάκος Βλασσόπουλος,
Αθηνά Ανδρουτσοπούλου, Δημήτρης Κυριαζής, Χρήστος
Ζιούβας, Χριστίνα Μιχαλοπούλου.
«..Ένα μήνυμα ελπίδας και δύναμης για τον καθένα που
πιθανώς διαβάζοντας το βιβλίο θα αναγνωρίσει κάπου τον
εαυτό του…»


Εκδόσεις Αρμός
Αθήνα: Μαυροκορδάτου 11, 106 78, τηλ. 210 3830604, fax. 2103819439
Θεσσαλονίκη: Πρασακάκη 5, 546 22, τηλ. 2310 220992, faχ. 2310 220910
e-mail: orders@armosbooks.gr

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2011

Ίρβιν Γιάλομ: "Η ψυχοθεραπεία είναι πρόβα για την πραγματική ζωή"

-Ποιοί είναι οι συνηθέστεροι λόγοι που παρακινούν έναν άνθρωπο να ζητήσει την βοήθεια ενός ψυχοθεραπευτή;
Μπορεί να είναι πολλοί λόγοι. Για παράδειγμα η επιθυμία για αλλαγή, μεγάλη στεναχώρια, ανησυχία, απελπισία, φοβίες, προβλήματα στις σχέσεις του, αλλά και υπαρξιακά προβλήματα, όπως ο φόβος του θανάτου, η απουσία βαθύτερου νοήματος στη ζωή, αίσθημα εγκατάλειψης, και δυνατότητα να χτίσει κάποιος τη ζωή του ελεύθερα.

-Θα μπορούσατε να περιγράψετε τη σχέση που αναπτυσσεται ανάμεσα στον ψυχοθεραπευτή και τον ασθενή; Πρόκειται για μία σχέση εξάρτησης και εξουσίας;
Προτιμώ να πιστεύω ότι πρόκειται για μία γνήσια ανθρώπινη σχέση που δίνει στον ασθενή τη δυνατότητα να εξερευνήσει τον εαυτό του (της) να τον εξετάσει, να μάθει να συναναστρέφεται με τους αλλους πιό στενά και πιό ουσιαστικά, να μάθει να εμπιστεύεται και να μοιράζεται πράγματα που πριν ήταν αδιανόητο να μοιρασθεί.

-Πιστεύετε ότι η ψυχοθεραπεία έχει τη δυνατότητα να αναλύσει το αίσθημα της αγάπης ή του έρωτα;
Υπάρχουν πολλά και διαφορετικά είδη αγάπης. Θεωρώ ότι η υψηλότερη μορφή είναι η αγάπη και η φροντίδα για την ύπαρξη και την ανάπτυξη του άλλου και σε αυτή την περίπτωση η ψυχοθερεπεία έχει πολύ καλά αποτελέσματα. Αλλες περιπτώσεις αγάπης όπως ο κεραυνοβόλος έρωτας στηρίζονται σε ψευδαισθήσεις και χρειάζονται συγκεκριμένη εξέταση. Για τις περιπτώσεις αυτού του είδους μιλώ στο βιβλίο μου «Ο Δήμιος του Ερωτα».

-Υπάρχει περίπτωση να δημιουργηθεί ερωτικό συναίσθημα ανάμεσα στον ψυχοθεραπευτή και τον ασθενή του; Ποιά είναι η ενδεδειγμένη συμπεριφορά σε μία τέτοια κατάσταση;
Στην ψυχοθεραπεία που γίνεται με σωστό τρόπο αναπύσσεται ένα είδος αγάπης ανάμεσα στον ασθενή και τον θεραπευτή. Περιλαμβάνει την έννοια τους ενδιαφέροντος και της φροντίδας του ενός για τον άλλον και είναι ένα συναίσθημα που αναπτύσσεται αμφίδρομα. Ομως το συναίσθημα αυτό δεν περιλαμβάνει την σεξουαλική έλξη, η οποία όταν συμβεί να δημιουργηθεί σηματοδοτεί και το τέλος της θεραπείας διότι αποβαίνει καταστροφική.

-Πολλές ανακαλύψεις που άλλαξαν την ιστορία και την εξέλιξη της ανθρωπότητας έγιναν από ανθρώπους οι οποίοι σκεφτόταν με διαφορετικό τρόπο από την πλειοψηφία. Υπάρχει περίπτωση η ψυχοθεραπεία να μετατρέψει έναν έξυπνο και ανήσυχο άνθρωπο σε μετριότητα;
Δεν νομίζω ότι μπορεί να συμβεί κατι τέτοιο. Προσωπικά δεν το έχω διαπιστώσει σε καμμία περίπτωση. Ενας καλός ψυχοθεραπευτής βοηθά ένα πρόσωπο να εξερευνήσει τον εαυτό του και να αναπτύξει την προσωπική του δημιουργικότητα.

-Θεωρείτε ότι οι φίλοι του ατόμου μπορούν να αντικαταστήσουν το ρόλο του ψυχοθεραπευτή;
Η ψυχοθεραπεία είναι ένα είδος πρόβας για την πραγματική ζωή। Τελικός στόχος της σωστής θεραπείας είναι να βοηθήσει το άτομο να να δημιουργήσει εποικοδομητικές και ανθεκτικές στο χρόνο σχέσεις, πράγμα που αν συμβεί κάνει αυτομάτως την θεραπεία να μην είναι απαραίτητη. Από την προσωπική μου πείρα έχω διαπιστώσει πως είναι πολύ σπάνιο άνθρωποι με μεγάλο αριθμό στενών φίλων να έλθουν για ψυχοθεραπεία, εκτός και αν αντιμετωπίζουν μία απροσδόκητη κρίση.

Συνέντευξη στην Ελπίδα Πασαμιχάλη (Ποιείν)

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011

Κρίση: Τι πρέπει να κάνουμε


Απαντά ο ψυχοθεραπευτής Πατήρ Φιλόθεος Φάρος

Πιστεύω ότι η αιτία είναι η επικράτηση ενός «ήθους» το οποίο εκτός του ότι είναι παραπλανητικό και δυσλειτουργικό, δημιούργησε συγκεκριμένες πεποιθήσεις στους ανθρώπους για το ποιες είναι δήθεν οι πραγματικές τους ανάγκες και πώς δήθεν θα είναι η ζωή τους καλύτερη. Κυρίως, επικράτησε η εντύπωση ότι η πραγματική ανάγκη του ανθρώπου είναι να επιδιώκει το ατομικό του συμφέρον και όχι το κοινό. Αυτή η πεποίθηση, όμως, είναι παραπλανητική και αντίκειται προς την πραγματικότητα, αφού ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει πολύ καλύτερα όταν αποδεχθεί μια ισορροπία μεταξύ ατομικού και κοινού συμφέροντος. Άλλωστε ο κόσμος έχει μια ενότητα. Όταν κάποιος εξασφαλίσει τη μερίδα του λέοντος για τον εαυτό του ενώ κάποιοι άλλοι υστερούν, δεν θα μπορέσει να χαρεί τελικά αυτό που εξασφάλισε για τον ίδιο τον εαυτό του! Κι αυτό, γιατί, μπορεί να περνά καλά με την οικογένειά του, με τις σχέσεις του, αλλά αν οι υπόλοιποι στον περίγυρό του δεν είναι καλά, τελικά η δική του ευτυχία θα επηρεαστεί αναλόγως.

Αυτή η πεποίθηση λοιπόν που κυριάρχησε τα τελευταία 40-50 χρόνια (δεν ξέρω ακριβώς πόσα χρόνια και δεν θα αναφερθώ στο πώς επικράτησε επειδή αφορά μια ολόκληρη ιστορική πραγματικότητα η οποία μπορεί να μας εμπλέξει και στην πολιτική, πράγμα που δεν θα μας βοηθήσει καθόλου) παραπλάνησε τον σύγχρονο άνθρωπο ώστε να πιστεύει ότι είναι κερδισμένος όταν επιδιώκει το ατομικό συμφέρον, καταπατώντας πολύ συχνά -όχι μόνο αγνοώντας- το συμφέρον των άλλων.

Το δεύτερο που επικράτησε, που έχει να κάνει γενικότερα με τον δυτικό πολιτισμό,
είναι ότι οι υλικές ανέσεις είναι αυτές που κυρίως χρειάζεται ο άνθρωπος για να ζήσει. Οπωσδήποτε έχουν και υλικές ανάγκες οι άνθρωποι, αλλά οι πραγματικές υλικές τους ανάγκες είναι περιορισμένες. Ο άνθρωπος για να ζήσει χρειάζεται κάτι πολύ πενιχρό. Πριν από λίγο καιρό για παράδειγμα, ήμουν στην κεντρική αγορά και με ρώτησαν από κάποιον ραδιοφωνικό σταθμό έκαναν ρεπορτάζ, τι ψώνισα και αν βρίσκω την αγορά καλή σε σχέση με πέρυσι αλλά και πώς με έχει επηρεάσει η κρίση. Τους είπα «Κοιτάξτε, εγώ έχω ψωνίσει μισό κιλό καρότα, μισό κιλό σέλερι, δυο-τρεις πατάτες, και δυο κολοκυθάκια με τα οποία θα κάνω μια χορτόσουπα που θα μου εξασφαλίσει τέσσερις μερίδες. Θα είναι πολύ υγιεινό φαγητό, πολύ εύγευστο, και θα μου έχει στοιχίσει μόνο τρία ευρώ!». Ο καθένας μπορεί, λοιπόν, να ζήσει θαυμάσια χωρίς π.χ. μία φεράρι, χωρίς να έχει βίλα στα βόρεια προάστια και χωρίς να φοράει επώνυμα ρούχα, αλλά δεν μπορεί να ζήσει χωρίς να καλυφθούν οι συναισθηματικές και οι πνευματικές του ανάγκες.

Το τρίτο που έχει επικρατήσει και δεν είναι λειτουργικό, είναι ότι η επιδίωξη του ανθρώπου θα πρέπει να είναι το υλικό κέρδος. Αυτό δεν το υποστηρίζουν μόνο οι καπιταλιστικές ιδεολογίες αλλά και οι σοσιαλιστικές. Για παράδειγμα, ένας εργαζόμενος τι μπορεί να αποκομίσει από την εργασία του; Κέρδος λένε. Χρήματα. Δεν διαφέρουν λοιπόν οι αντιλήψεις ως προς αυτό. Όλοι μας προτείνουν σαν τρόπο κάλυψης των αναγκών το κέρδος! Κανείς δε μας λέει για κάποιες άλλες σημαντικές ανάγκες του ανθρώπου. Για παράδειγμα, ένας εκπαιδευτικός τι περιμένει να πάρει για την προσφορά του στην εκπαίδευση; Κέρδος! Δεν φαίνεται να περνάει από κανενός το μυαλό ότι υπάρχει κάτι άλλο, που μπορεί να αποκομίσει ο εργαζόμενος στην εκπαίδευση αλλά και ο εργαζόμενος γενικά. Και επιμένουν όλοι «τι μπορεί να αποκομίσει από την εργασία του; Κέρδος!». Ενώ στην πραγματικότητα υπάρχει μια ανάγκη πολύ σημαντικότερη από αυτό. που θα μου εξασφαλίσει τα τρία ευρώ με τα οποία μπορώ να φτιάξω μια χορτόσουπα καλύπτοντας τις πραγματικές μου ανάγκες και όχι τις πλασματικές. Γιατί αυτές οι υπερβολικές υλικές ανάγκες όταν ικανοποιηθούν είναι και καταστροφικές: π.χ. το πολυτελές φαγητό μπορεί να δώσει μια πολύ σύντομη προσωρινή απόλαυση για 10-15 λεπτά, μετά όμως θα έχει κόστος την άμεση δυσφορία και μακροχρόνια την καταστροφή της υγείας.

Αντιθέτως, μία άλλη πάρα πολύ σημαντική ανάγκη που έχει ο άνθρωπος είναι εκείνη της δημιουργίας που δεν αποτιμάται σε υλικό κέδρος. Και πιο συγκεκριμένα μπορεί να συμβεί π.χ. σε έναν εκπαιδευτικό, ο οποίος καλείται να γίνει πυγμαλίων και να συμβάλλει με δημιουργικότητα και έμπνευση για τους νεώτερους, στη διαμόρφωση προσωπικοτήτων οι οποίοι θα είναι υγιείς και θα έχουν ποιότητα ζωής. Και κάποια στιγμή ένας τέτοιος εκπαιδευτικός μπορεί να περπατά στο δρόμο και να τον σταματήσει ένας παλιός μαθητής του, να τον χαιρετήσει και να του πει «Κύριε τάδε, εσείς σαν καθηγητής μου πριν από 20 χρόνια μου είπατε δυο λόγια που σημάδεψαν τη ζωή μου και την ποιότητα της». Αυτού του είδους την ικανοποίηση έχει ανάγκη βασικά ο άνθρωπος πέραν του υλικού κέρδους.

Αυτά όλα τα έχει διαστρεβλώσει αυτό το επικρατούν ήθος
και μας οδηγεί και σαν άτομα, αλλά και σαν κοινωνία σε έναν ολέθριο δρόμο, σε μια ζωή ταλαιπωρίας, βασάνων με χαμηλή ποιότητα και καθόλου πληρότητα.

Αυτό που απαιτείται λοιπόν, είναι η αλλαγή ήθους. Και πώς θα γίνει αυτό; Δεν θα γίνει, φυσικά, με έναν τρόπο ολοκληρωτικό, δηλαδή με εξαγγελίες κάποιων μέτρων από μια κυβέρνηση η οποία θα αναλάβει να αλλάξει τα δεδομένα. Εγώ που είμαι 80 χρονών ακούω παρόμοια πράγματα από παιδάκι, που άρχισα να καταλαβαίνω, για όλα αυτά που πρέπει να «αλλάξουν» και διαρκώς τελικά βλέπουμε την ίδια μιζέρια, και ανθρώπους να λένε συνεχώς ότι «η ζωή μας είναι φρικτή!».

Η προσέγγιση λοιπόν της λύσης με κάποιον μεγαλομανιακό τρόπο είναι παιδαριώδης. Η αντίληψη ότι η αλλαγή θα έρθει με κάποια διατάγματα είναι νηπιακή. Η αλλαγή αντίθετα, γίνεται στον κάθε άνθρωπο που διαλέγει να αλλάξει το σύστημα αξιών του, και αυτόματα και άμεσα βρίσκει και πληρότητα και ποιότητα στη ζωή του. Δεν χρειάζεται να περιμένει να ενεργοποιηθούν νομοθετικά διατάγματα και νόμοι ή συντάγματα. Άμεσα κατακτάται η αλλαγή. Και δεν την κατακτά μόνο ο ίδιος για τη ζωή του αλλά την ακτινοβολεί και στο περιβάλλον του. Αυτός, είναι ο καλύτερος τρόπος να συμβάλεις στη βελτίωση της ποιότητας ζωής της κοινωνίας! Όχι με τις μεγάλες ιδέες που ακούμε να λένε όλοι αυτοί που εμφανίζονται συνέχεια στην τηλεόραση και λένε λένε λένε, όλες αυτές τις εξυπνάδες, αλλά που τελικά είναι μεγαλομανιακά λόγια.

Συμβάλλει πραγματικά στη βελτίωση της κοινωνίας βελτιώνοντας τη δική σου ποιότητα! Ένας άνθρωπος ο οποίος σκέφτεται μόνο τον εαυτούλη του, που ποδοπατεί οτιδήποτε και οποιονδήποτε για να εξασφαλίσει τάχα το ατομικό του συμφέρον καταφέρνει το εντελώς αντίθετο. Αν αντ’ αυτού δούμε γύρω μας κάποιον που έχει διαφορετικό σύστημα αξιών, αυτόματα θα μας επηρεάσει και θα μας δείξει έναν άλλο δρόμο.

Έτσι γίνονται οι αλλαγές, και όχι με μεγαλόστομους λόγους
που ακούμε διαρκώς στις τηλεοράσεις, τις εφημερίδες ή τα βιβλία.

Ρωτάει ένας προφήτης το Θεό, πόσοι δίκαιοι άνθρωποι πρέπει να υπάρχουν σε μια πόλη για να μην καταστραφεί; «10» απαντά εκείνος। Αυτοί οι δέκα συντελούν εκείνη τη μικρή μαγιά ανθρώπων που έχουν υιοθετήσει αυτή την ισορροπία μεταξύ ατομικού και κοινού συμφέροντος και μεταξύ πνευματικών και υλικών αξιών. Και δέκα τέτοιοι άνθρωποι είναι αρκετοί για να μην καταστραφεί μια κοινωνία.

Πηγή: tvxs

Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2011

Τι θές να γίνεις όταν μεγαλώσεις;

της Θένης Αξιοτοπούλου

Είναι πολύ γνωστή και πλέον κλασσική η ερώτηση σε παιδιά κάθε ηλικίας: «τι θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;»

Αυτή η τόσο απλή ερώτηση κρύβει, θα λέγαμε, μια σοφία που συχνά στην πορεία των χρόνων χάνεται. Ρωτάμε τα ίδια τα παιδιά, άρα θεωρούμε ότι είναι μια απάντηση που τα αφορά, και δεύτερον τα ρωτάμε τι θέλουν, άρα θεωρούμε ότι η επιθυμία τους έχει βαρύτητα στην επιλογή σπουδών και επαγγέλματος.

Τι συμβαίνει όμως και κάποια παιδιά φτάνουν να κάνουν αυτό που οραματίζονται οι γονείς τους και όχι τα ίδια; Και τι είναι αυτό που σπρώχνει στους γονείς να λαμβάνουν τόσο ενεργό και συχνά παρεμβατικό ρόλο σε αυτές τις επιλογές των παιδιών τους;

Τα τελευταία αρκετά χρόνια η ελληνική κοινωνία έχει ανάγει σε υπέρτατη αξία την απόκτηση πτυχίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην Ευρώπη σε αποφοίτους ιατρικής. Οι οικογένειες βιώνουν τις πανελλήνιες εξετάσεις ως έναν από τους πιο καθοριστικούς σταθμούς τους. Οι επιδόσεις των παιδιών στο σχολείο και στις εξετάσεις μοιάζει να έχουν μεγάλη βαρύτητα και για τους γονείς, βαρύτητα που συχνά συνδέεται και με το κοινωνικό prestige της οικογένειας. Έτσι συχνά ακούμε: «περάσαμε νομική!» ή «δεν γράψαμε καλά ιστορία…».

Οι γονείς δίνουν από πολύ νωρίς μεγάλη ενέργεια για την μόρφωση των παιδιών τους. Φροντίζουν να διαβάζουν μαζί τους στις τάξεις του δημοτικού, ενώ περνώντας τα χρόνια δίνουν αρκετά χρήματα σε ενισχυτικά φροντιστήρια και στην εκμάθηση ξένων γλωσσών και άλλων δεξιοτήτων. Με κάποιο τρόπο λοιπόν κάνουν μια επένδυση συναισθηματική και όχι μόνο, η οποία θέλουν να αποδώσει θετικά.

Επιπλέον, δημιουργούνται υψηλές προσδοκίες, μιας και οι γονείς θέλουν τα παιδιά τους να γίνουν εξίσου καλά με εκείνους ή και καλύτερα. Πολλοί γονείς ωθούν τα παιδιά τους να συνεχίσουν τις οικογενειακές σπουδές ή επιχειρήσεις, προσφέροντάς τους έτσι μια «στρωμένη» δουλειά.

Σαφέστατα, έντονο χαρακτηριστικό της ελληνικής οικογένειας είναι ότι οι γονείς «θυσιάζονται για τα παιδιά τους». Κανείς δεν αμφισβητεί φυσικά τις καλές προθέσεις και την φροντίδα που κρύβουν αυτές οι ενέργειες.

Ωστόσο, είναι πάρα πολύ πιθανόν τα παιδιά να αποφασίζουν για κάτι τόσο προσωπικό και σημαντικό για την ζωή τους με κριτήρια που δεν σχετίζονται με τις επιθυμίες τις δικές τους, αλλά των γονιών τους. Βλέπουν τον εαυτό τους ως προέκταση των γονιών και θεωρούν ότι πρέπει να συνεχίσουν τον δρόμο που ήδη έχει δρομολογηθεί από εκείνους.

Ποιες είναι όμως οι συναισθηματικές ανάγκες που κρύβονται κάτω από όλες αυτές τις διαπραγματεύσεις;

Ουσιαστικά, οι επιλογές που σχετίζονται με την σπουδές και την εργασία, σηματοδοτούν την αυτονόμηση του παιδιού από την οικογένεια. Είναι δηλαδή η περίοδος που ενηλικιώνεται και χρειάζεται να χαράξει τον δικό του προσωπικό δρόμο.

Αυτό σε κάποιες οικογένειες είναι αρκετά απειλητικό, μιας και ταράζει την ισορροπία που υπήρχε μέχρι εκείνη την στιγμή. Συχνά αυτή η ισορροπία βασίζεται στο ότι οι γονείς φροντίζουν τα παιδιά ως μεγαλύτεροι και τα παιδιά δέχονται αυτήν την φροντίδα, χωρίς την οποία δεν μπορούν να τα καταφέρουν.

Η ενηλικίωση όμως σχετίζεται με την σταδιακή ενδυνάμωση του παιδιού και άρα την όχι και τόσο απαραίτητη πια γονεϊκή φροντίδα. Αυτό για κάποιες οικογένειες είναι αρκετά δύσκολο, μιας και καλεί τους γονείς να «κάνουν πίσω» και να αφήσουν ελεύθερα τα παιδιά και τα παιδιά να αφήσουν την ασφάλεια που τους προσφέρουν οι γονείς και να δοκιμαστούν με καινούργιες καταστάσεις.

Είναι, λοιπόν, πολύ πιθανόν ο πολύ παρεμβατικός ρόλος των γονιών στην επιλογή σπουδών και επαγγέλματος να εξυπηρετεί την διατήρηση της ίδιας ισορροπίας. Οι γονείς κρατούν τα παιδιά «μικρά», ώστε να μην φύγουν πολύ μακριά και τα χάσουν και τα παιδιά το αποδέχονται προκειμένου να συνεχίσουν να λαμβάνουν αυτήν την φροντίδα, έστω και αν τους στερεί κάποιες φορές την ελευθερία της επιλογής.

Είναι σαφές ότι σε αυτήν την φάση η οικογένεια καλείται να αλλάξει μορφή και κάθε αλλαγή φέρνει και μια αναστάτωση. Υπάρχουν οικογένειες που καταφέρνουν (εύκολα ή δύσκολα) να περάσουν στο επόμενο στάδιο και να βρούν μια καινούργια ισορροπία. Υπάρχουν όμως και αυτές που φοβούνται τόσο πολύ την αλλαγή, που προσπαθούν να διατηρήσουν πάση θυσία τα πράγματα ως έχουν.

Σε τέτοιες περιπτώσεις είναι πολύ πιθανόν οι συζητήσεις για τις σπουδές και την επαγγελματική πορεία, να φέρνουν έντονες συγκρούσεις, μιας και οι γονείς προσπαθούν να κρατήσουν τα παιδιά κάτω από τις φτερούγες τους και εκείνα φωνάζουν, για να δείξουν ότι μεγάλωσαν.

Είναι εξίσου πιθανόν όμως να μην υπάρχουν συγκρούσεις, αλλά τα παιδιά να εκφράζουν την αντίθεσή τους έμμεσα, αδιαφορώντας ή αποτυγχάνοντας στα μαθήματα.

Όλα τα παραπάνω μας δείχνουν ότι αυτή είναι μια πραγματικά σημαντική στιγμή για μια οικογένεια. Πέρα από το καθεαυτό σημαντικό ζήτημα των σπουδών, συντελείται και μια αλλαγή στις σχέσεις μέσα στην οικογένεια.

Καλό είναι οι γονείς να έχουν στο μυαλό τους ότι σε αυτή την φάση είναι σημαντικό να στηρίξουν το παιδί τους, όχι όμως αντικαθιστώντας το και τα παιδιά να αντιληφθούν ότι έχει αρχίσει η περίοδος που λαμβάνουν αποφάσεις για καθαρά προσωπικά τους ζητήματα και ίσως να χρειαστεί να ρισκάρουν, αφήνοντας έτσι την ασφάλεια που τόσο απλόχερα προσφέρουν οι γονείς.

Από το «τι θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;» μέχρι το «επιλέγω τι θα γίνω τώρα που μεγάλωσα» μεσολαβούν αρκετά χρόνια. Χρόνια που κάθε οικογένεια μπορεί να αξιοποιήσει για να χαρεί το «πολύ κοντά» και το «πολύ μαζί», έτσι ώστε να αντέξει και το «ξεχωριστά»…